απάντηση
Προφορά
Ετυμολογία
απάντηση αρχαία ελληνική ἀπάντησις
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η απάντηση
✦ προφορική ή γραπτή απόκριση σε ερώτηση, αίτηση, κατηγορία ή ανακοίνωση: σαφής απάντηση – η απάντηση δεν ήρθε ακόμη από την αρμόδια υπηρεσία – άμεση η απάντηση του υπουργού – ουδεμία απάντηση για τις κατηγορίες
✦ (μαθημ.) η λύση προβλήματος: οι απαντήσεις των θεμάτων που δόθηκαν στις εξετάσεις υπάρχουν στο σχολικό βιβλίο
✦ η σωστή παράθεση των στοιχείων που ζητούνται με ερώτηση κατά την εξέταση κάποιου σ’ έναν τομέα γνώσης ή επιστήμης: οι σωστές απαντήσεις στα θέματα της Ιστορίας απαιτούσαν κριτικές ικανότητες αλλά και γνώσεις
✦ αντίδραση κάποιου σε κλήση: χτύπησα την πόρτα επανειλημμένως αλλά απάντηση δεν πήρα
✦ αντίδραση σε κάποιον ή κάτι: θα υπάρξει δυναμική απάντηση στις προκλήσεις
✦ (σπάν.) συνάντηση, συναπάντημα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–