ανανάς


ανανάς
Προφορά

Ετυμολογία
ανανάς πορτογαλ. an΄anas

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ανανάς

✦ είδος εξωτικού φυτού και ο εύχυμος καρπός του

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.