έλκος


έλκος
Προφορά

Ετυμολογία
έλκος αρχαία ελληνική ἕλκος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το έλκος

✦ πληγή
✦ βλάβη ιστών του σώματος οφειλόμενη σε παθολογική εξεργασία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.