άξονας
Προφορά
Ετυμολογία
άξονας αρχαία ελληνική ἄξων, από την ίδια ρίζα με το ἄγω
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο άξονας
✦ νοητή ευθεία γύρω από την οποία στρέφεται ένα σώμα
✦ το κέντρο των τροχών
✦ (γεν.) κέντρο, κεντρική γραμμή
✦ (μτφ. ) το κύριο σημείο γύρω από το οποίο στρέφεται ένα θέμα, μια συζήτηση
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–