visa


visa
Προφορά

{‘vi:zə}

(Ουσιαστικό)
● βίζα
● επικύρωση
● θεώρηση
● θεώρησις διαβατήριου

(Ρήμα)
● επιθεωρώ και επικυρώ

└[Εκφράσεις]┘
● not visaed = αθεώρητος

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.