thunderstorm Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply thunderstormΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/t/thunderstorm.mp3{‘ɵʌndər,stɔ:rm} (Ουσιαστικό)● θύελλα μετά κεραυνών● καταιγίδα Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση