knoll Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply knollΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/k/knoll.mp3{nəʋl} (Ουσιαστικό)● λοφίσκος● βουναλάκι● ύψωμα γης Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση