γενναιόφρων


γενναιόφρων
Προφορά

Ετυμολογία
γενναιόφρων γενναίος + φρονέω -ώ

Ερμηνεία
γενναιόφρων

✦ -ων, -ον (-ονος) επίθ. γενναιόψυχος

Συνώνυμα
μεγαλόψυχος, ανεξίκακος
Αντίθετα
μικρόψυχος
Επιρρήματα
γενναιοφρόνως

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.