αντιολισθητικός


αντιολισθητικός
Προφορά

Ετυμολογία
αντιολισθητικός αντί + ολισθαίνω

Ερμηνεία
επίθετο┘ αντιολισθητικός -ή, -ό

✦ που εμποδίζει την ολίσθηση, το γλίστρημα: αντιολισθητικές αλυσίδες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.