αντιλέγω
Προφορά
Ετυμολογία
αντιλέγω αρχαία ελληνική ἀντι – λέγω
Ερμηνεία
└ρήμα┘ αντιλέγω
✦ λέω το αντίθετο, διαφωνώ: μιλάει με ορθολογισμό τόσο απελπιστικό, που κάθε μου διάθεση να του αντιλέξω… κατασταλάζει (Μ. Καραγάτσης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–