αντέχω


αντέχω
Προφορά

Ετυμολογία
αντέχω αρχαία ελληνική ἀντέχω

Ερμηνεία
ρήμα αντέχω

✦ έχω αντοχή, υπομένω
✦ δεν υποχωρώ, αντιστέκομαι: η φρουρά άντεξε σε όλες τις επιθέσεις
✦ διατηρούμαι: γέρασε αλλά αντέχει ακόμα
✦ φρ. αντέχει η τσέπη μου, έχω χρήματα

Συνώνυμα
βαστώ, κρατώ
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.