ανισορροπώ


ανισορροπώ
Προφορά

Ετυμολογία
ανισορροπώ αν- στερητικό + ισορροπώ

Ερμηνεία
ρήμα ανισορροπώ -είς, -εί

✦ (μτβ.) καταστρέφω την ισορροπία άλλου, επιφέρω ανισορροπία
✦ (αμτβ.) δεν έχω ισορροπία, δεν βρίσκομαι σε ισορροπία: έτσι που η κατάσταση ολοένα και ανισορροπούσε (προσφορά – ζήτηση), οι δαπάνες αυξάνονταν απειλητικά (Οικονομικός Ταχυδρόμος)
(μτφ. ) παρουσιάζω διανοητική ανισορροπία, είμαι ανισόρροπος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.