αγώι


αγώι
Προφορά

Ετυμολογία
αγώι αρχαία ελληνική ἀγώγιον

Ερμηνεία
αγώι

✦ (Κ αγώγιον) φορτίο που μεταφέρεται με αμοιβή
✦ η αμοιβή για τη μεταφορά φορτίου

Συνώνυμα
αγωγιάτικα, κόμιστρα
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.