αγχιστεία


αγχιστεία
Προφορά

Ετυμολογία
αγχιστεία αρχαία ελληνική ἀγχιστεία

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η αγχιστεία

✦ η συγγένεια που δημιουργείται με το γάμο, σε αντιδιαστολή με τη συγγένεια αίματος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.