αγελάδι


αγελάδι
Προφορά

Ετυμολογία
αγελάδι αγελάδα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το αγελάδι

✦ αγελάδα
✦ πληθ. αγελάδια κ. γελάδια, γεν. βόδια (χωρίς διάκριση γένους): βόσκει αγελάδια

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.