ανταποδοτικός
Προφορά
Ετυμολογία
ανταποδοτικός αρχαία ελληνική ἀνταποδοτικός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ανταποδοτικός -ή, -ό
✦ που αναφέρεται ή ταιριάζει σε ανταπόδοση
✦ (γραμμ.) ανταποδοτικές αντωνυμίες, οι συσχετικές (βλ. λ.)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
ανταποδοτικώς κ.ανταποδοτικά