ανοικτιρμοσύνη


ανοικτιρμοσύνη
Προφορά

Ετυμολογία
ανοικτιρμοσύνη ἀνοικτίρμων

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ανοικτιρμοσύνη

✦ έλλειψη ευσπλαχνίας, απονιά, σκληροκαρδία

Συνώνυμα
αναλγησία, ασπλαχνιά
Αντίθετα
ευσπλαχνία
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.